Σάββατο, Ιανουαρίου 24, 2015

Δεν άντεξες.

Πάγωσα. Σα να φυγε όλο το μεθύσι της βραδιάς μονομιάς.
Με άδειαζαν σιγά σιγά τα λόγια σου. Κρύο έμπαινε μέσα.
Άρχισε να τρέμει η φωνή και τα πόδια μου.

Μη νομίζεις πως τα μάτια σου δεν είχαν προδώσει από καιρό, όσα τα χείλη σου μου λέγαν.

Λογική εξήγηση σε θέματα παράλογα.
Eγκατέλειψες στη μέση.

…και τα μάτια σου βουρκώνουν, θαμπωμένα ξαφνικά
απο τους παλιούς λησμονημένους θεούς και τις παντοδύναμες
παιδικές ευπιστίες…

Είναι αυτά που δεν ήρθαν, που ποθήσαμε πιο πολύ. 
Και όταν τα περιμένεις... Αχ, τι απογοήτευση, από την προσδοκία. 

Η πλατεία θα μείνει έρημησα μια ζωή που όλα τάδωσε, κι όταν ζήτησε κι αυτή
λίγη επιείκεια
της την αρνήθηκαν.

Χωρίς όνειρα να μας ξεγελάσουνε και δίχως φίλους πιάνα μας προδώσουν…

Δίχως ωραία βλέμματα.
Δίχως παιδικά όνειρα να με ξεγαλάσουνε.